- εκτίομαι
- εκτίομαι βλ. πίν. 6
(μόνο στον ενεστ.)
——————Σημειώσεις:εκτίω, εκτίομαι : ο αρχαίος τύπος ήταν εκτίνω (σπάν. εκτίω), στη νεοελληνική όμως επικράτησε το εκτίω.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
εκτίω — εκτίω, εξέτισα βλ. πίν. 5 Σημειώσεις: εκτίω, εκτίομαι : ο αρχαίος τύπος ήταν εκτίνω (σπάν. εκτίω), στη νεοελληνική όμως επικράτησε το εκτίω … Τα ρήματα της νέας ελληνικής